Καψοράχη

Η Καψοράχη (Τοπική Κοινότητα Καψοράχης (Παλαιοχωρίου) - Δημοτική Ενότητα ΜΑΚΡΥΝΕΙΑΣ), ανήκει στον δήμο ΑΓΡΙΝΙΟΥ της Περιφερειακής Ενότητας ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ που βρίσκεται στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας όπως διαμορφώθηκε με το πρόγραμμα “Καλλικράτης”.
Η επίσημη ονομασία είναι “η Καψοράχη”. Έδρα του δήμου είναι το Αγρίνιο και ανήκει στο γεωγραφικό διαμέρισμα Στερεάς Ελλάδας.
Κατά τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας με το σχέδιο “Καποδίστριας”, μέχρι το 2010, η Καψοράχη ανήκε στο Τοπικό Διαμέρισμα Καψοράχης (Παλαιοχωρίου), του πρώην Δήμου ΜΑΚΡΥΝΕΙΑΣ του Νομού ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ.
Η Καψοράχη έχει υψόμετρο 37 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας.

Η Καψοράχη είναι ένα απ' τα χωριά του Δήμου Μακρυνείας στο νομό Αιτωλοακαρνανίας. Είναι παραλίμνιο χωριό και βρίσκεται νοτιοανατολικά της λίμνης Τριχωνίδας, στους πρόποδες του Αρακύνθου, έχει 300 περίπου μόνιμους κατοίκους και η έκτασή του είναι 16 τετρ.χλμ.
Ανέκαθεν ήταν παραδοσιακό "καπνοχώρι" όπως και τα περισσότερα χωριά του νομού μας. Πριν από λίγα χρόνια καταργήθηκε η καπνοκαλλιέργεια και οι κάτοικοι ασχολούνται με την παραγωγή άλλων αγροτικών και οπωροκηπευτικών προϊόντων, την κτηνοτροφία και το ψάρεμα στην λίμνη Τριχωνίδα.
Στην είσοδο του χωριού βρίσκεται ο Μούρτος, ένα γραφικό φυσικό λιμανάκι που με τα αιωνόβια πλατάνια του και τον δροσερό Μαΐστρο της λίμνης Τριχωνίδας, χαρίζει ώρες ξεγνοιασιάς και ξεκούρασης σε κάθε επισκέπτη.
Στο κέντρο του χωριού βρίσκεται η πλατεία, και γύρω της η εκκλησία, το σχολείο, το κοινοτικό γραφείο και τα και τα παραδοσιακά μπακάλικα και καφενεία.
Πώς θα φτάσετε
Η Καψοράχη απέχει από την Αθήνα 290 χλμ. και από τις μεγάλες πόλεις του νομού μας, Μεσολόγγι και Αγρίνιο 42 χλμ. και 30 χλμ. αντίστοιχα.
Για να επισκεφθείτε το γραφικό χωριό μας περνάτε από το Νομό Αχαΐας στο νομό Αιτωλοακαρνανίας διανύοντας την σύγχρονη και όμορφη γέφυρα ΡΙΟΥ – ΑΝΤΙΡΡΙΟΥ  (Χαρίλαος Τρικούπης) ή με τα γραφικά πλέον Φέρυ-μποτ.
Από εκεί υπάρχουν δύο διαδρομές για την Καψοράχη:
Ακολουθώντας την πρώτη διαδρομή ανεβαίνετε την Παλιοβούνα, περνάτε τον Εύηνο ποταμό, το Μεσολόγγι και το γραφικό φαράγγι της Κλεισούρας, όπου υπάρχει το ιστορικό Μοναστήρι της Αγίας Ελεούσας.
Μετά από 58 χλμ. διαδρομής φτάνετε στη διασταύρωση της Συκιάς όπου ακολουθείτε την ένδειξη της πινακίδας προς ΜΑΚΡΥΝΕΙΑ, και περνώντας μέσα από τα πανέμορφα χωριά της,  σε λίγα λεπτά αντικρίζετε πανοραμικά την Καψοράχη.
Η δεύτερη διαδρομή και την οποία προτείνουμε στους φίλους μας επισκέπτες είναι από την Ναύπακτο και συγκεκριμένα:
Πριν από την είσοδο της πόλης Ναυπάκτου ακολουθείται την ένδειξη της πινακίδας αριστερά προς ΘΕΡΜΟ.
Από εκεί η Καψοράχη απέχει 33 χλμ. με πολύ καλό δρόμο.
Αυτή η διαδρομή αυτή είναι πιο κοντά στην φύση και σας οδηγεί στο χάνι Μπανιά, οικισμό σπάνιας ομορφιάς, στις όχθες του Εύηνου ποταμού. 
Εκεί θα βρείτε δωμάτια, φαγητό, καφέ καθώς και τις αθλητικές εγκαταστάσεις για Rafting και Canoe-kayak.
Ακολουθώντας τη διαδρομή φτάνετε στη διασταύρωση των Δουνέϊκων και συνεχίζετε ευθεία προς Καψοράχη. Λίγο πριν την είσοδο σας στο όμορφο αυτό γραφικό χωριό θα απολαύσετε πανοραμικά τη θέα της λίμνης Τριχωνίδας καθώς θ' αφήνετε πίσω σας τους τελευταίους ορεινούς όγκους της περιοχής.

Ιστορία
Εισαγωγή
Η Αιτωλοακαρνανία είναι ένας τόπος ευλογημένος από πολλές απόψεις. Όσον αφορά στην αρχαιολογία του νομού, κάποιοι την έχουν αποκαλέσει, κι όχι άδικα, το «El Dorando» της ελληνικής αρχαιολογίας», αφού διάσπαρτες σ’ όλη της την έκταση υπάρχουν περισσότερες από 130 αρχαίες οχυρωμένες πόλεις.
Ενδεικτική είναι η πληθώρα των αρχαίων πόλεων και των αρχαιολογικών θέσεων που βρίσκονται στην - ευφορώτατη κατά τον γεωγράφο Στράβωνα - περιοχή Ν. της λίμνης  Τριχωνίδας, δηλαδή στην περιοχή των σημερινών δήμων Αρακύνθου και Μακρυνείας.
Κάποιες από αυτές τις οχυρωμένες πόλεις (όπως είναι για παράδειγμα η Πλευρώνα, η Στράτος, οι Οινιάδες, η Καλυδώνα, κ.α.), είναι ταυτισμένες, δηλαδή γνωρίζουμε το όνομά τους, τους μύθους, την ιστορία τους και ικανοποιητικά τα μνημεία τους. Κάποιες άλλες όμως –και δυστυχώς οι περισσότερες- παραμένουν ανώνυμες, ή ταυτίζονται υποθετικά με συγκεκριμένες αρχαίες πόλεις, δηλαδή με βάση κάποιους λογικούς συσχετισμούς, που στηρίζονται στις φιλολογικές πηγές και στις επιγραφικές μαρτυρίες.
Μια από τις τελευταίες περιπτώσεις αποτελεί και η οχύρωση στο λόφο Καστρί του Παλαιοχωρίου Καψορράχης, μιας και τα μυθολογικά, ιστορικά, επιγραφικά και ανασκαφικά στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας για αυτή είναι από ανύπαρκτα έως λιγοστά.
Η ταύτιση της πόλης
Πολύτιμη πηγή για την ταύτιση της οχύρωσης αυτής αποτελεί η μαρτυρία του Μεγαλοπολίτη ιστορικού Πολύβιου  για την καταστροφική επέλαση του εχθρικού στρατού των Μακεδόνων,  υπό τις διαταγές του βασιλιά τους Φιλίππου του Ε΄, το 218 π.Χ.  προς το πολιτικό και θρησκευτικό κέντρο των Αιτωλών,  το Θέρμο, προκειμένου να το καταστρέψει εκ θεμελίων. Ο Πολύβιος που έζησε το 2ο αι. π.Χ., περιγράφοντας την πορεία αυτή μας δίνει την διάταξη-αλληλουχία των αρχαίων πόλεων της Αιτωλίας. Ο Φίλιππος με Αχαιούς, Ιλλύριους, Κρήτες, Θράκες, Ακαρνάνες και μισθοφόρους, μετά την αποβίβασή του στη αρχαία Λιμναία (σημερινή Αμφιλοχία), και μετά τις Φοιτείες, διήλθε τον Αχελώο, κάπου στην περιοχή μεταξύ Στράτου και Κωνώπης (Αγγελοκάστρου), καταστρέφοντας στο πέρασμά του τη χώρα.     
Στα αριστερά της διαδρομής του ο Πολύβιος αναφέρει με τη σειρά τις πόλεις Στράτο, Αγρίνιο, Θεστιείς και στα δεξιά αυτής τις πόλεις Κωνώπη και Λυσιμαχεία, ενώ αμέσως μετά το Τριχόνειο (δηλαδή τη σημερινή Γαβαλού), τρεις άλλες  -παράκτιες προφανώς-  πόλεις το Φύταιο,  την πόλη Μέταπα στο μέσο και την κώμη Παμφία στα Α. των δυο προηγουμένων. Την πόλη Μέταπα την κατέλαβε ο Φίλιππος, αφού οι Αιτωλοί την εγκατέλειψαν, προφανώς τρομοκρατημένοι. Μετά την Παμφία προχώρησε από ανηφορικό και ανώμαλο δρόμο προς το Θέρμο, ακολουθώντας πιθανότατα το δύσβατο δρόμο της Αγριλιάς.
Ωστόσο στην περιγραφή της επιστροφής του Φιλίππου,  κατά την οποία πυρπόλησε το Πάμφιο και «κατέσκαψε» την Μέταπα,  ο Πολύβιος παραλείπει τις πόλεις Λυσιμαχεία, Τριχόνειο και Φύταιο και προσθέτει στην εξιστόρησή του, μετά την πόλη Μέταπα την πόλη Άκραι, γεγονός που έχει δημιουργήσει τρομερή σύγχυση και έριδες μεταξύ των μελετητών της τοπογραφίας της περιοχής. 
Αν και οι περισσότεροι μελετητές, ταυτίζουν την οχύρωση στο Παλαιοχώρι Καψορράχης με το αρχαίο Φύταιο, ενδεχομένως στη θέση αυτή, πρέπει να τοποθετηθεί  η αρχαία πόλη Μέταπα. Χωρίς όμως να παραβλέπουμε ή να ξεχνάμε δυο δεδομένα. Πρώτον ότι η πόλη Μέταπα, έχει τοποθετηθεί κατά καιρούς στην Κάτω Μακρινού, στο Καλούδι, στην Ανάληψη, αλλά και στην Παραβόλα.  Και δεύτερον ότι στην επιστήμη της αρχαιολογίας για να θεωρηθεί ασφαλής η ταύτιση μιας αρχαίας πόλης πρέπει να τεκμηριωθεί και επιγραφικά. 
Και πρέπει λογικά να τοποθετηθεί η αρχαία Μέταπα στο Παλαιοχώρι Καψορράχης, επειδή η θέση συμφωνεί με την περιγραφή του Πολυβίου,  δηλαδή βρίσκεται μετά το Τριχόνειο (Γαβαλού),  κοντά στην ακτή της λίμνης και στο Δ. άκρο του περάσματος του στενού της,  ενώ βρίσκεται και Δ. της Παμφίας (Σιταραλώνων), από την οποία απέχει 30 στάδια σε ευθεία γραμμή, δηλαδή περίπου 6, 5 χλμ.
Αν δεχτούμε αυτή την ταύτιση, τότε είμαστε σύμφωνοι με τη σειρά του Πολυβίου που τοποθετεί τη Μέταπα στα Α. της πόλης Φύταιο και η τελευταία πόλη,  θα πρέπει να ταυτιστεί λογικά με την οχύρωση στο Λιθοβούνι. 
Κατά την ταπεινή μου γνώμη, τελικά πολύ μικρή σημασία έχει  αν η οχύρωση στο Παλαιοχώρι Καψορράχης  είναι η αρχαία Μέταπα ή το Φύταιο ή οποιαδήποτε άλλη Αιτωλική πόλη, μιας και τα αρχαία μνημεία παραμένουν πάντοτε αυθύπαρκτοι ζωντανοί πολιτιστικοί μάρτυρες. Όπως και να΄ χει, μέχρι η οποιαδήποτε ταύτιση να επιβεβαιωθεί επιγραφικά ή και ανασκαφικά, οι συζητήσεις και οι υποθέσεις παραμένουν γοητευτικές. Ωστόσο, εύχομαι πολύ γρήγορα να βρεθούν οι αποδείξεις για τη βέβαιη ταύτιση της αρχαίας πόλης στο Καστρί Παλαιοχωρίου Καψορράχης, μιας εκ των πέντε σημαντικότερων πόλεων στη παράλια ζώνη Ν. της λίμνης Τριχωνίδας.
Η οχύρωση στο λόφο Καστρί (ακρόπολη) και η επικράτεια της αρχαίας πόλης
Η οχύρωση στο λόφο Καστρί κοντά στον εγκαταλελειμμένο και ειδυλλιακό οικισμό του Παλαιοχωρίου, η οποία σχεδιάστηκε ήδη από τον προηγούμενο αιώνα από τον Νοack και περιγράφηκε συνοπτικά από τον περιηγητή Woodhouse, διατηρείται σε κάποια σημεία σε αρκετά καλή κατάσταση και έχει κηρυχθεί από το 1976 από το ελληνικό κράτος ως ο αρχαιολογικός χώρος της αρχαίας Μέταπας (Υ.Α.  Α / Φ 31 / 33595 / 3310174 / 19-11-1976, ΦΕΚ 1448 / 3-12-1976).
Η τοποθεσία ελέγχει ολόκληρη την περιοχή ΝΑ της Τριχωνίδας και έχει άμεση οπτική επικοινωνία με τις τριγύρω οχυρωμένες θέσεις, ακόμη και με αυτές που βρίσκονται σε κάποια μακρινή απόσταση, όπως είναι αυτές των Σιταραλώνων (Πάμφιο), της Ανάληψης, του Καλουδίου και του Λιθοβουνίου (Φύταιο ή Άκραι).
Η οχύρωση έχει επίμηκες ελλειψοειδές σχήμα, διαστάσεων 156  Χ  53 μ., περίμετρο τείχους 370 μ. και περικλείει μια έκταση 7 περίπου στρεμμάτων. Είναι προφανές πως αποτελεί μόνο την ακρόπολη της αρχαίας πόλης, της οποίας η κατασκευή χρονολογείται από τον 4ο αι. π.Χ. έως και τα ελληνιστικά χρόνια και συγκαταλέγεται κατά το Νoack στις λεγόμενες «μικρές οχυρώσεις της Αιτωλοακαρνανίας». Η Δ. πλευρά του τείχους είναι η καλύτερα σωζόμενη  και σε ορισμένα σημεία φτάνει τις έξι σειρές δόμων και τα 2,00 μ. ύψος, ενώ η Α. διακρίνεται  κατά τόπους αχνά  πάνω στο φρύδι του λόφου. Είναι κτισμένο με μεγάλες λιθοπλίνθους, κατά το τραπεζιόσχημο ψευδοϊσόδομο σύστημα δόμησης, ενώ το πλάτος του στα Β. της απαλλοτριωμένης σήμερα από το ΥΠ.ΠΟ. οικίας Τσιλιγιάννη φτάνει τα 2,30 μ. 
Στα ΝΔ της οχύρωσης και στο εσωτερικό της οικίας Τσιλιγιάννη,  σώζεται ένας πύργος σε ερειπιώδη κατάσταση. Διακρίνονται οι κατώτερες στρώσεις των τριών πλευρών του, κτισμένου  -ομοίως με το τείχος-  κατά το τραπεζιόσχημο ψευδοϊσόδομο σύστημα δόμησης. Ο πύργος αυτός, διαστάσεων 4,25x8,60 μ., έχει ομολογουμένως ασυνήθιστα μακρόστενη κάτοψη, ενώ φαίνεται πως ήταν κατασκευασμένος με διπλές παρειές και γέμισμα στο εσωτερικό τους. Η ανωδομή του πιθανόν να αποτελούνταν από ωμά πλιθιά. Το μεγαλύτερο σωζόμενο ύψος του στη ΒΑ μακριά πλευρά του είναι 1,80 μ. (τρεις σειρές δόμων).
Η κύρια και ενδεχομένως η μοναδική πυλίδα της ακρόπολης βρισκόταν στα ΝΑ και σε απόσταση 3,25 μ. από τον πύργο αυτό. Κατά τον τοπογράφο-μελετητή Αν. Πορτελάνο είχε άνοιγμα πλάτους μόλις 0,80 μ., ωστόσο χωρίς ανασκαφική έρευνα είναι δύσκολο να επιβεβαιωθεί η ύπαρξή της, αλλά και τα αρχιτεκτονικά της χαρακτηριστικά.
Στο εσωτερικό της οχυρωμένης ακρόπολης διατηρούνται σήμερα κάποια αχνά λείψανα αρχαίων κτιρίων, τα περισσότερα από αυτά όμως έχουν καταστραφεί και το οικοδομικό τους υλικό χρησίμευσε για να κατασκευαστούν νέα κτίρια και αναλημματικοί τοίχοι.
Στοιχεία για την οχύρωση της αρχαίας  πόλης  στην πεδιάδα, τριγύρω από την χωριστά οχυρωμένη ακρόπολη,  δεν έχουν εντοπιστεί  ως σήμερα.
Καταλήγοντας, φαίνεται επομένως πως η πόλη Μέταπα υφίστατο ως ανοχύρωτος οικισμός, απλωμένος στις πλαγιές τριγύρω από την οχυρωμένη ακρόπολη, σε μια ομολογουμένως μεγάλη, αλλά  άγνωστων  μέχρι τώρα  ορίων επικράτεια,  που εντασσόταν στην ευρύτερη  περιοχή του Θέρμου. Στην επικράτεια αυτή κατοικούσε το φύλο των Αιτωλών σε ατείχιστους μικρούς, αλλά πυκνοκατοικημένους οικισμούς («κώμες»), οι οποίοι συναποτελούσαν αυτό που ο Πολύβιος αναφέρει και εννοεί ως «πόλη Μέταπα» και μόνο σε περίπτωση ανάγκης, δηλαδή εχθρικής επίθεσης  κατέφευγαν οι κάτοικοί της  στην οχυρωμένη ακρόπολη.
Η επικράτεια αυτή, δηλαδή οι συνοικισμοί της πόλης, απλωνόταν εκατέρωθεν της νοητής ευθείας που χαράσσουν τα χωριά Καψορράχη, Παλαιοχώρι και Κάτω Μακρυνού, με κεντρικό οικισμό την έκταση που απλώνεται στα Α. του Παλαιοχωρίου και φαίνεται πως ήκμασε από τον 4ο αι. π.Χ. έως και τα ύστερα ελληνιστικά χρόνια.
Πράγματι σήμερα στα Ν., όπου υπάρχουν αρκετές εκτάσεις μικρής κλίσης, αλλά και στα ΒΑ και Α. της ακρόπολης του λόφου Καστρί, παρατηρείται επιφανειακά πληθώρα οστράκων, ενώ  και στην περιοχή της εκκλησίας του Αγ. Νικολάου, όπου διακρίνονται διάσπαρτοι ακατέργαστοι  και ειργασμένοι λίθοι και «όστρακα», ο Πορτελάνος εικάζει την ύπαρξη αρχαίου κτιρίου ή ναού.
Το 1897 ο Wooodhouse αναφέρει πως είδε στα ΒΔ του Παλαιοχωρίου, κοντά στην πηγή της Κεφαλόβρυσης, κορμό αρχαίου αγάλματος και μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη με συνδέσμους, προερχόμενα από μια κυκλική κατασκευή.
Αξίζει να σημειωθεί τέλος πως και στον παρακείμενο του λόφου Καστρί, στο λόφο δηλαδή των Αγ. Θεοδώρων υπάρχουν ίχνη αρχαίας κατοίκησης.
Ίχνη του νεκροταφείου ή ενός από τα νεκροταφεία της αρχαίας πόλης Μέταπα έχουν εντοπιστεί παραλίμνια, στη θέση «Μούρτος» και σε δυο σημεία.
«Μούρτος» 1967, ιδιοκτησία Ανδρέα Μητσόπουλου
Στην ιδιοκτησία Ανδρέα Μητσόπουλου ανασκάφηκε το 1967 από τον αρχαιολόγο Ευθ. Μαστροκώστα μνημειώδες ταφικό μνημείο του τέλους του 4ου αι. π.Χ. Αποτελούνταν από έναν πιόσχημο ταφικό περίβολο διαστάσεων 6,50 Χ 4,00 μ. Οι πλευρές του μνημείου, από το οποίο σωζόταν μόνο η ευθυντηρία-κρηπίδωμα, ήταν κτισμένες με ασβεστολιθικές λιθοπλίνθους, κατά το ισόδομο σύστημα δόμησης. Πάνω από αυτόν τον περίβολο υπήρχε υπέργειος ναϊσκος με μνημειώδη πρόσοψη, ο οποίος ήταν ορατός στους περαστικούς. 
Ο περίβολος περιείχε δυο συλημένους κιβωτιόσχημους τάφους, σχηματισμένους με ασβεστολιθικές πλάκες. Μέσα σ’ αυτούς βρέθηκαν τέσσερα χρυσά φύλλα κισσού, προφανώς από χρυσό στεφάνι, χάλκινα κοσμήματα, καθώς και αρκετά διαλυμμένα πήλινα αγγεία. 
Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής βρέθηκαν επίσης μια θραυσμένη επιτύμβια ταφική στήλη καθώς και δυο βάσεις στηλών, οι οποίες ήταν στημένες πάνω στον υπέργειο ταφικό ναϊσκο. Από την ανωδομή δε του λαμπρού αυτού μνημείου βρέθηκε μικρό τμήμα αετώματος, μια μαρμάρινη παραστάδα ιωνικού επιτύμβιου ναϊσκου και ένα απότμημα από το επιστύλιο του ναϊσκου με την επιγραφή « ΝΙΚΩΝ….» (τέλος 4ου αι. π.Χ.). 
Είναι προφανές πως πρόκειται για τάφο πλούσιας και σημαντικής οικογένειας της αρχαίας πόλης, κατασκευασμένο σε μορφή όχι σπάνια για τα δεδομένα της Αιτωλοακαρνανίας, ενώ το γεγονός ότι η πρόσοψη του βλέπει στα Β. πιθανόν μας υποδεικνύει και τη θέση από την οποία διέρχονταν η αρχαία οδός.
«Μούρτος» 1978, περιοχή Ν. του αντλιοστασίου
Το δεύτερο σημείο του ίδιου νεκροταφείου, ερευνήθηκε το 1978 από τον επίτιμο σήμερα καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κο Ι. Παπαποστόλου. Μέσα στο ρέμα, 50 μ. Ν. του αντλιοστασίου, ανασκάφηκε ένας μεμονωμένος κιβωτιόσχημος ελληνιστικός τάφος, κατασκευασμένος από μικρού μεγέθους πλακοειδείς πέτρες. Περιείχε μια ταφή και κάποιες ανακομιδές (δηλαδή παλαιότερες ταφές), γεγονός που υποδεικνύει την οικογενειακή και μακροχρόνια χρήση του τάφου.
Τόσο εξωτερικά και πάνω στις καλυπτήριες πλάκες του τάφου - σαν προσφορά δηλαδή στο νεκρό μετά την ταφή- όσο και στο εσωτερικό του, βρέθηκε πληθώρα πήλινων αγγείων.
Πηγή: www.kapsoraxi.gr

Οικισμοί
Φωτογραφίες














 Πηγή φωτογραφιών: Facebook, Panoramio,Σύλλογος Καψοράχης.

Παρακαλούμε τους φίλους του ΜΑΚΡΥΝΕΙΑ NEWS αν διαθέτουν ιστορικό, φωτογραφικό ή οτιδήποτε θεωρούν χρήσιμο προς δημοσίευση υλικό να μας το στείλουν στο email makrinianews@gmail.com να το δημοσιεύσουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: